Abstract
Μια σύγχρονη θεωρία της πολιτικής παιδείας οφείλει να διερευνήσει και να θεματοποιήσει εντός της εκπαίδευσης κινητήριους μηχανισμούς δημιουργίας και αναπαραγωγής «πρακτικών» χειραφέτησης και κοινωνικής αλληλεγγύης. Με αφετηρία αυτήν την κριτική χαμπερμασιανή διάγνωση της μοντέρνας κοινωνίας θα καταδείξουμε τις δυνατότητες που έχει η πολιτική στο βαθμό που ακόμη μπορεί να διαμορφώνει το εκπαιδευτικό σύστημα, δηλαδή να εισαγάγει και να ενδυναμώσει τις μορφές της διυποκειμενικής ρύθμισης, οι οποίες αφορούν «βιοκοσμικά αποθέματα», όπως τη συνεννόηση, τη συνεργασία και την αλληλεγγύη εντός του πεδίου της διαπαιδαγώγησης. Η κρίση του πολιτικού και της πολιτικής πρέπει να κατανοηθεί μάλλον ως μια πρόκληση για τον επαναπροσδιορισμό της πολιτικής. Όμως ο εκσυγχρονισμός των συστημικών μηχανισμών που εκφράζεται με την υπερανάπτυξη των υποσυστημάτων της οικονομίας και της διοίκησης, που στηρίζονται στα «διευθυντικά» μέσα του χρήματος και της εξουσίας, διαβρώνει τις συμβολικές και τις «επικοινωνιακές δομές» του βιοκόσμου της εκπαίδευσης. Γι’ αυτόν το λόγο η σύγχρονη κριτική θεωρία της πολιτικής παιδείας στο πλαίσιο αυτού του αναδυόμενου μεταμοντέρνου πολιτικού πλουραλισμού καλείται, έχοντας ήδη αρθρώσει έναν κριτικό λόγο για την τεχνική, εκμεταλλευόμενη τις δυνατότητες των ηλεκτρονικών μέσων, να συμβάλει στην ανάδειξη, στην υποστήριξη και στην περαιτέρω ενδυνάμωση των ήδη εκπεφρασμένων τοπικών εκπαιδευτικών δράσεων.